αργοναυτικός

αργοναυτικός
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους αργοναύτες: Η αργοναυτική εκστρατεία έγινε πριν από τον τρωικό πόλεμο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αργοναυτικός — ή, ό (Α ἀργοναυτικός, ή, όν) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Αργοναύτες και στην εκστρατεία τους …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”